Τετάρτη 3 Μαρτίου 2021

ΑΠ (Πλ.Ολομ.) 10/ 2015: 5 έτη μετά

Πέρασαν πέντε έτη από την ΑΠ (Πλ.Ολομ) 10/2015. Είχα τη χαρά, το προνόμιο αλλά και το καθήκον να παρασταθώ στην πλήρη Ολομέλεια και να υποστηρίξω την άποψη υπέρ της οποίας αυτή τάχθηκε.

Η επίδραση της απόφασης στην θεωρία και τη νομολογία ήταν συγκλονιστική. Είναι σπάνιο το φαινόμενο, ακόμη και για απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, να συγκεντρώνει τόση συζήτηση και κριτική, όση αυτή.

Η απόφαση άπτεται του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, της θεωρίας των κεφαλαίων της δίκης, των ορίων της εφέσεως και της αντεφέσεως και της αρχής της διαθέσεως του αντικειμένου της δίκης, τα οποία απασχολούν διαρκώς, την άκοπη δικονομική σκέψη.

Ως γνωστόν, από το άρθρο 523 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό και με το άρθρο 522 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η αντέφεση ασκείται παραδεκτά εφόσον βρίσκεται στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, αφού με την άσκησή της, η υπόθεση δεν μεταβιβάζεται στο σύνολό της, στο Εφετείο, αλλά μόνο σε ό,τι τίθεται στο πλαίσιο της εφέσεως. Τούτο είναι συνεπές με τις αρχές της διαθέσεως και της συζητήσεως που διέπουν την πολιτική δίκη εκ των οποίων ο εκκαλών οριοθετεί με την έφεσή του, τα ζητήματα που μεταβιβάζονται για κρίση στον δεύτερο βαθμό.

Ειδικότερα, επί αγωγής αποζημίωσης / χρηματικής ικανοποίησης ηθικής βλάβης από αδικοπραξία (άρθ. 914, 932, 297 ΑΚ), αν ο εκκαλών με την έφεση προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση ως προς την υπαιτιότητα, μπορεί ο εφεσίβλητος να ασκήσει αντέφεση ως προς το κεφάλαιο της αποζημίωσης για τις υλικές ζημίες όπως και της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, επειδή στο εκκληθέν κεφάλαιο της υπαιτιότητας περιλαμβάνονται και εκείνα της αποζημιώσεως και χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης. Δεν ισχύει όμως και το αντίστροφο, δηλαδή αν εκκαλείται μόνον το κεφάλαιο της αποζημίωσης και της χρηματικής ικανοποιήσεως, μόνον αυτό μεταβιβάζεται στο Εφετείο, όχι δε και το κεφάλαιο της υπαιτιότητας, γιατί το τελευταίο δεν συνέχεται με τα εν λόγω κεφάλαια.

Η παραπάνω απόφαση της πλήρους ολομέλειας έχει δεχθεί σημαντική κριτική, επειδή όπως γίνεται παγίως δεκτό, ο βαθμός υπαιτιότητας του προσβάλλοντος είναι μεταξύ των παραμέτρων που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης.

Όπως υποστηρίξαμε κατά τη δίκη εκείνη, αφού η ενδεχόμενη διάφορη κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου κατ’ αποδοχή της έφεσης επί του ποσοτικού προσδιορισμού της αποζημιώσεως και της χρηματικής ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης, δεν επιδρά στο ζήτημα της υπαιτιότητας, αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο το οποίο συνέχεται μεν αλλ΄ όχι αναγκαστικώς (κατ’ αρθ. 523 ΚπολΔ) με το άλλο. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι ο εφεσίβλητος μπορεί να θέσει το ζήτημα της υπαιτιότητας με αντίθετη έφεση, όπως θα μπορούσε να είχε κάνει και στην περίπτωση που τέθηκε ενώπιον της πλήρους Ολομέλειας.

Τέλος, η ενδεχόμενη κρίση περί παραδεκτού της αντέφεσης για το θέμα υπαιτιότητας σε έφεση που αφορά μόνον τα ποσά της αποζημίωσης / χρηματικής ικανοποίησης που επιδικάστηκαν, θα έθετε σε αμφισβήτηση την αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσεως του εκκαλούντος από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο χωρίς έφεση του εφεσιβλήτου, διευρύνοντας ανεπίτρεπτα το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της εφέσεως και τον ειδικό και παρεπόμενο χαρακτήρα της αντεφέσεως.

Αυτά και περισσότερα υποστηρίξαμε τότε, ενώπιον της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.  Πέντε έτη αργότερα, βλέπουμε ότι το θέμα παραμένει επίκαιρο στις επιστημονικές συζητήσεις σχετικά με το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα. Λόγω του υπερασπιστικού ρόλου μας στην υπόθεση που απετέλεσε την αφορμή εκδόσεως της σχολιαζόμενης απόφασης, αποφύγαμε τη συμμετοχή στις επιστημονικές συζητήσεις που ακολούθησαν.  Σήμερα, υποστηρίζουμε ακριβώς τα ίδια, υπέρ της ορθότητας της ΑΠ (Πλ.Ολομ.) 10/2015.

εώργιος Κων. Σάμπαλος, Δικηγόρος ΑΠ  / ΣτΕ,  ΕΚΠΑ, LLM (Edin), Med/Arb (CEDR)

Προς διευκόλυνση, παραθέτουμε ολόκληρο το κείμενο της απόφασης:

Απόφαση 10 / 2015 (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 10/2015

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές της πλήρους Ολομελείας: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Νικόλαο Λεοντή, Σπυρίδωνα Μιτσιάλη, Βιολέττα Κυτέα, Βασιλική Θάνου - Χριστοφίλου και Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρους του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Δημήτριο Κράνη, Χριστόφορο Κοσμίδη, Δημήτριο Κόμη, Αντώνιο Ζευγώλη, Ασπασία Καρέλλου Εμμανουήλ Κλαδογένη, Γεώργιο Σακκά - Εισηγητή, Χρυσούλα Παρασκευά, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου, Μιχαήλ Αυγουλέα, Παναγιώτη Χατζηπαναγιώτη, Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Πάνο Πετρόπουλο, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, Βασίλειο Πέππα, Χαράλαμπο Καλαματιανό, Αθανάσιο Καγκάνη, Μαρία Χυτήρογλου, Ειρήνη Καλού, Αρτεμισία Παναγιώτου, Χαράλαμπο Μαχαίρα, Απόστολο Παπαγεωργίου, Παναγιώτη Κατσιρούμπα, Χρήστο Βρυνιώτη, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα, Ιωάννη Μαγγίνα, Σοφία Καρυστηναίου, Δήμητρα Κοκοτίνη και Διονυσία Μπιτζούνη, Αρεοπαγίτες (κωλυομένων των λοιπών Δικαστών της σύνθεσης).

Συνεδρίασε δημόσια στο Μέγαρό του, στις 23 Απριλίου 2015, με την παρουσία της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Της καλούσας - αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "P… R.. HELLAS A.E.B.E" και το διακριτικό τίτλο "..", η οποία εδρεύει στη Μυτιλήνη και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "A…. D… ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΟΤΩΝ & ΟΙΝΩΝ", και το δ.τ. "Α. D .. Α.Ε.Β.Ε." η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Καραγκούνη, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Της καθής η κλήση - αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "Μ. - ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" πρώην "Μ. - ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ", που εδρεύει στην Κάλυμνο και εκπροσωπείται νόμιμα. Παραστάθηκε ο νόμιμος εκπρόσωπός της …. και διόρισε πληρεξούσιο δικηγόρο του τον Γεώργιο Σάμπαλο, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7 Μαρτίου 2006 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4347/2009 οριστική του ιδίου δικαστηρίου και 4985/2011 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η αναιρεσείουσα με την από 7 Μαΐου 2012 αίτησή της.

Εκδόθηκε η 978/2014 απόφαση του Α'1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, η οποία παρέπεμψε στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τον πρώτο λόγο της αυτής αίτησης αναίρεσης κατά το τρίτο μέρος του από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. Με την από 26 Σεπτεμβρίου 2014 κλήση της καλούσας - αναιρεσείουσας η προκείμενη υπόθεση φέρεται στην πλήρη Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου.

Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Γεώργιος Σακκάς ανέγνωσε την από 1 Απριλίου 2015 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του ενώπιον της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου παραπεμφθέντος, από το άρθρο 559 αριθ. 14 Κ.Πολ.Δ., πρώτου λόγου κατά το τρίτο μέρος του της από 7-5-2012 αιτήσεως της "PERNOD RICARD HELLAS A.E.B.E" περί αναιρέσεως της 4985/2011 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων, αφού έλαβαν, κατά σειρά, το λόγο από τον Πρόεδρο, ανέπτυξαν και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς τους, που αναφέρονται στις προτάσεις τους και ζήτησαν ο μεν της αναιρεσείουσας την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης, ο δε της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.

Η Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από τον Πρόεδρο, πρότεινε να κριθεί βάσιμος ο εκ του άρθρου 559 αριθ. 14 Κ.Πολ.Δ. πρώτος λόγος της ένδικης αίτησης αναίρεσης, κατά το τρίτο μέρος του. Κατόπιν αυτών ο Πρόεδρος έδωσε εκ νέου το λόγο στους πιο πάνω πληρεξουσίους των διαδίκων, οι οποίοι αναφέρθηκαν σε όσα προηγουμένως είχαν αναπτύξει.

Κατά την 12η Ιουνίου 2015, ημέρα που συγκροτήθηκε το δικαστήριο αυτό προκειμένου να διασκεφθεί για την ανωτέρω υπόθεση, ήταν απόντες o Aντιπρόεδρος Σπυρίδωνας Μιτσιάλης και οι Αρεοπαγίτες Kωνσταντίνος Φράγκος, Χριστόφορος Κοσμίδης, Δημήτριος Κόμης, Ασπασία Καρέλλου, Χρυσούλα Παρασκευά, Αθανάσιος Καγκάνης, Απόστολο Παπαγεωργίου και Σοφία Καρυστηναίου, οι οποίοι είχαν δηλώσει κώλυμα αρμοδίως. Παρά ταύτα, παρισταμένων, πλην αυτών, πλέον των είκοσι εννέα (29) μελών εκ των συμμετασχόντων στη συζήτηση της υπόθεσης, κατ' άρθρο 23 παρ.2 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει με την τροποποίηση με το άρθρο 44 του ν. 3659/2008, το δικαστήριο είχε την εκ του νόμου απαρτία για να διασκεφθεί.



ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την από 26-2-2014 κλήση της αναιρεσειούσης εταιρίας, νομίμως, εισάγεται στην παρούσα Ολομέλεια η υπόθεση, κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής: Με την απευθυνομένη κατά (1) της ήδη αναιρεσίβλητης και (2) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ALLED DMECO WRIRITS & WINE LIMITED (η οποία δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη) 47269/2444/2006 αγωγή, η δι' αυτής ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα διετείνετο: Ότι κατά το έτος 1968 οι ιδρύτριες αυτής εταιρίες και στη συνέχεια και η ίδια, μετά τη σύστασή της το έτος 1993, είχαν αναλάβει άτυπα την αποκλειστική διανομή των προϊόντων (αλκοολούχων ποτών) της δεύτερης εναγόμενης στα Δωδεκάνησα, είτε συμβαλλόμενη με την πρώτη (ήδη αναιρεσίβλητη), που λειτουργούσε ως γενική αντιπρόσωπος της δεύτερης στην Ελλάδα, είτε απευθείας με την δεύτερη. Ότι το 2004 η άτυπη, αορίστου διάρκειας σύμβαση αποκλειστικής διανομής μεταξύ των διαδίκων καταρτίστηκε εγγράφως και η διάρκεια της ορίστηκε πενταετής από 1-4-2004 έως 31-3-2009. Ότι με τη σύμβαση αυτή η ενάγουσα ανέλαβε την υποχρέωση να παραγγέλλει και να προμηθεύεται, μέσω της πρώτης εναγόμενης, τα προϊόντα παραγωγής και εκμετάλλευσης της δεύτερης, με σκοπό να τα πωλεί χονδρικώς και λιανικώς, ως μοναδική και αποκλειστική διανομέας αυτών στην περιοχή των Δωδεκανήσων. Ότι η αμοιβή της είχε συμφωνηθεί να περιλαμβάνεται στο τίμημα μεταπώλησης των προϊόντων. Ότι οι εναγόμενες καθόριζαν τον τιμοκατάλογο των προϊόντων και τα ποσοστά εκπτώσεων με τα οποία πωλούσαν στην ενάγουσα και η τελευταία καθόριζε τις τιμές μεταπώλησης αυτών προκειμένου να επωφελείται των διαφορών από τις τιμές αγοράς. Ότι κατά τη διάρκεια της συνεργασίας της με τις εναγόμενες η ενάγουσα ενεργούσε ο,τιδήποτε για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την καλύτερη παροχή υπηρεσιών και την αύξηση των πωλήσεων των εναγομένων. Ότι δημιούργησε μεγάλο και σταθερό κύκλο πελατών στην περιοχή των Δωδεκανήσων και προήγαγε σημαντικά τις υποθέσεις των εναγομένων με τους πελάτες αυτούς. Ότι η πρώτη εναγόμενη άκαιρα, παράνομα και καταχρηστικά κατήγγειλε τη μεταξύ τους σύμβαση στις 3-6-2005, κατά τρόπο αντίθετο προς την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη, εκμεταλλευόμενη καταχρηστικώς την δεσπόζουσα αυτής θέση στη σχετική αγορά. Με βάση το ιστορικό αυτό, η αναιρεσείουσα. επικαλούμενη αφενός ενδοσυμβατική ευθύνη της πρώτης εναγομένης, λόγω άκαιρης, αδικαιολόγητης και καταχρηστικής καταγγελίας της επίδικης συμβάσεως κατά τις διατάξεις του ΠΔ 219/1991 και των σχετικών περί εντολής διατάξεων του ΑΚ, και αφετέρου αδικοπρακτική συμπεριφορά αυτής (αρθρ. 914, 919, 281 ΑΚ και 2α Ν. 703/1977), ζήτησε να αναγνωριστεί, μετά από επιτρεπτή μεταβολή του αιτήματος με δήλωσή της στα πρακτικά από καταψηφιστικού σε αναγνωριστικό, ότι οι εναγόμενες οφείλουν να της καταβάλουν εις ολόκληρον, εκτός των άλλων: α) το ποσό των 382.139,62.ευρώ ως αποζημίωση πελατείας, που αντιστοιχεί με το μέσο ετήσιο όρο των κερδών που εισέπραξε από τις πωλήσεις των προϊόντων των εναγομένων κατά την τελευταία πενταετία, β) το ποσό των 417.423,00 ευρώ ως διαφυγόν κέρδος (αποθετική ζημία) της (ενάγουσας), συνδεόμενο αιτιωδώς με την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης να καταγγείλει την επίδικη σύμβαση, μέχρι τη συμβατική λήξη της σύμβασης, ... γ) το ποσό των 92.659,00 ευρώ, ως θετική ζημία της ενάγουσας από αδιάθετα αποθέματα εμπορευμάτων, δ) τα ποσά των 6.979,00 ευρώ και 14.964,60 ευρώ ως ζημία για τις απώλειες της ενάγουσας (διαφυγόντα κέρδη) από τη μη εκτέλεση από την πρώτη εναγόμενη των δύο παραγγελιών, άλλως τα ποσά των 1,974,00 ευρώ και 4.365 ευρώ, αντίστοιχα, ... και ε) το ποσό των 3.000.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση της για την ηθική βλάβη που υπέστη, καθότι η αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης, η οποία κατήγγειλε την επίδικη σύμβαση αιφνίδια, αδικαιολόγητα, καταχρηστικά και με πρόθεση ζημίας της, προσέβαλε την εμπορική της πίστη και φήμη της στην αγορά. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών) με την υπ' αρ. 4347/2009 οριστική του απόφαση, έκρινε την ένδικη αγωγή: (ι) ως προς τις αγωγικές αξιώσεις για αποζημίωση πελατείας και για διαφυγόντα κέρδη, αόριστη, και (ιι) νόμιμη για τις λοιπές πιο πάνω αξιώσεις της. Στη συνέχεια, απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη ως προς τη δεύτερη εναγόμενη και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως προς την πρώτη εναγόμενη αναγνωρίζοντας ότι αυτή οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 72.243,50 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και ειδικότερα: Ι. το ποσό των 35.904,50 ευρώ, ως αποζημίωση από αδιάθετα αποθέματα εμπορευμάτων,

ΙΙ. τα ποσά 4.365,00 ευρώ και 1.974,00 ευρώ, για τις απόκλειες (διαφυγόντα κέρδη) της εταιρίας από τη μη εκτέλεση από την πρώτη εναγόμενη δύο παραγγελιών κατά παραδοχή της επικουρικής βάσης και

ΙΙΙ. το ποσό των 30.000,00 ευρώ, για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη η ενάγουσα εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της εναγομένης. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε από την ενάγουσα έφεση με πληττόμενο δι'αυτής, πλην άλλων, κεφάλαιο και εκείνο της αξιώσεώς της χρηματικής ικανοποιήσεως, υποστηρίζουσα ειδικότερα ότι, με βάση τις παραδοχές της πρωτοβάθμιας αποφάσεως αναφορικά με την καταχρηστική καταγγελία εκ μέρους της εναγομένης της συνδέουσας τις διαδίκους συμβάσεως και τις συνοδευτικές της εν λόγω αδικοπραξίας περιστάσεις, το επιδικασθέν λόγω χρηματικής ικανοποιήσεως ποσό των 30.00,00 ευρώ δεν ανταποκρίνεται στην κατά το πραγματικό του άρθρου 932 ΑΚ έννοια του ευλόγου αυτής. Η εν λόγω έφεση της ήδη αναιρεσείουσας απορρίφθηκε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη με την 4985/2011 απόφαση, του Εφετείου Αθηνών, την οποία στη συνέχεια προσέβαλε η εκκαλούσα με αίτηση αναιρέσεως, επί της οποίας εκδόθηκε η 979/2015 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Με την τελευταία αυτή απόφαση: (α) αναιρέθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (με βάση συναφή λόγο της αίτησης) κατά το μέρος που το ουσιαστικό δικαστήριο απέρριψε ως αόριστες τις αγωγικές αξιώσεις της αναιρεσείουσας - ενάγουσας όσον αφορά την αποζημίωση πελατείας και τα διαφυγόντα κέρδη και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκ νέου έρευνα στο ίδιο δικαστήριο και (β) παραπέμφθηκε ομόφωνα, στην πλήρη Ολομέλεια, κατ'άρθρο 563 § 2 ΚΠολΔ ο τρίτος λόγος της αίτησης, με τον οποίο κρίθηκε ότι ετίθετο ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος. Ειδικότερα, εάν η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς το ποσό της επιδικαζόμενης λόγω ηθικής βλάβης χρηματικής ικανοποίησης κατά το άρθρο 932 ΑΚ αποτελεί κρίση περί τα πράγματα που δεν ελέγχεται αναιρετικά ούτε μέσω της αρχής της αναλογικότητας ή εάν αντίθετα η έννοια της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης κατά το παραπάνω άρθρο συνιστά αόριστη νομική έννοια, κατά την εξειδίκευση της οποίας ως προς το ποσό της επιδικαζόμενης χρηματικής ικανοποίησης υπόκειται, με έμμεση εφαρμογή και της αρχής της αναλογικότητας, σε αναιρετικό έλεγχο για υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου της ουσίας. Κατά την γνωστή στο Δικαστήριο επί της εν λόγω αιτήσεως απόφασή του (ΚΠολΔ 336 § 2) δι'αυτής απορρίφθηκε ο ως άνω (τρίτος) αναιρετικός λόγος και παράλληλα. Κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε επίσης από την εναγομένη και ήδη αναιρεσίβλητη, αντέφεση, με πληττόμενο δι'αυτής κεφάλαιο εκείνο της υπαιτιότητάς της αναφορικά με το εκκληθέν με την έφεση της ενάγουσας κεφάλαιό της λόγω ηθικής βλάβης αξιώσεως της χρηματικής ικανοποιήσεως. Με την εκδοθείσα επ'αυτής 4985/2011 απόφαση του Εφετείου Αθηνών η εν λόγω αντέφεση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με την αιτιολογία ότι το πληττόμενο δι'αυτής κεφάλαιο της υπαιτιότητας δεν προσβλήθηκε με την έφεση της ενάγουσας ούτε είναι αναγκαίως συνεχόμενο με το προσβαλλόμενο δι' αυτής κεφάλαιο της χρηματικής ικανοποιήσεως. Κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως η αντεκκαλούσα και ήδη αναιρεσείουσα άσκησε την ερευνώμενη 511/8-5-2012 αίτηση αναιρέσεως και με την εκδοθείσα επ' αυτής 978/2014 ομόφωνη απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος Αρείου Πάγου παραπέμφθηκε στην Πλήρη Ολομέλεια του παρόντος δικαστηρίου, κατ' άρθρο 563 § 2 εδ. β' ΚΠολΔ και 23 § 2 εδαφ. γ' και δ' του ν. 1756/1988 (Οργανισμού Δικαστηρίων) ο πρώτος λόγος κατά το τρίτο μέρος του από το άρθρο 559 αρ. 14 ΚΠολΔ, ως αναφερόμενος σε ζήτημα γενικοτέρου ενδιαφέροντος, προκειμένου να κριθεί εάν η υπαιτιότητα και η έκταση της ζημίας ή το μέγεθος της ηθικής βλάβης που αυτή προκάλεσε αποτελούν ή όχι ενιαίο κεφάλαιο της αγωγής με αίτημα την επιδίκαση αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης και συνακόλουθα εάν η προσβολή της σχετικής απόφασης με έφεση μόνο ως προς την έκταση της ζημίας ή ως προς το ποσό της χρηματικής ικανοποιήσεως καθιστά παραδεκτή ή όχι την αντέφεση που πλήττει την απόφαση μόνο ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας με τα αυτά αγωγικά κονδύλια, λόγος αναιρέσεως, ο οποίος και αποτελεί αντικείμενο της παρούσης αναιρετικής διαδικασίας, έννοια με την οποία και ερευνάται στη συνέχεια. Ειδικότερα:

Ι. Κατά την κρατήσασα στην Ολομέλεια γνώμη, ο παραπεμφθείς λόγος αναιρέσεως αξιολογείται ως (α) αβάσιμος και (β) αλυσιτελής και απαράδεκτος, κατά τις αμέσως παρακάτω σημειούμενες διακρίσεις και αντιστοίχου περιεχομένου αιτιολογίες, κρίση της την οποία η πλειοψηφήσασα γνώμη στηρίζει στις ακόλουθες νομικές παραδοχές.

(α) Κατά το άρθρο 523 § 1 και 2 ΚΠολΔ ο εφεσίβλητος μπορεί, και αφού περάσει η προθεσμία της έφεσης, να ασκήσει αντέφεση ως προς τα κεφάλαια της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση και ως προς εκείνα που συνέχονται αναγκαστικά με αυτά, και αν ακόμη αποδέχθηκε την απόφαση ή παραιτήθηκε από την έφεση και η αντέφεση ασκείται μόνον με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου και αφού συνταχθεί έκθεση κάτω από αυτό, κοινοποιείται στον εκκαλούντα τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό και με το άρθρο 522 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι η άσκηση της αντέφεσης, για να είναι παραδεκτή, πρέπει να βρίσκεται μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, αφού με την άσκησή της δεν μεταβιβάζεται στο σύνολό της η υπόθεση στο Εφετείο, αλλά μόνο κατά τα διαγραφόμενα από την έφεση όρια. Τέλος, επί αγωγής αποζημίωσης από αδικοπραξία (άρθρα 914, 297, 292 ΑΚ), αν ο εκκαλών με την έφεση προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση ως προς την υπαιτιότητα, μπορεί ο εφεσίβλητος να ασκήσει αντέφεση ως προς το κεφάλαιο της αποζημίωση, για υλικές ζημίες, αλλά και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, γιατί στο εκκληθέν κεφάλαιο της υπαιτιότητας περιλαμβάνονται και εκείνα της αποζημιώσεως και χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης. Δεν ισχύει όμως και το αντίστροφο, δηλαδή αν εκκαλείται μόνον το κεφάλαιο της αποζημίωσης και της χρηματικής ικανοποιήσεως μόνον αυτό μεταβιβάζεται στο Εφετείο, όχι δε και το κεφάλαιο της υπαιτιότητας, γιατί το τελευταίο δεν συνέχεται με τα εν λόγω κεφάλαια. Και τούτο για τον λόγο ότι στην περίπτωση αυτή μεταβιβάζονται στο Εφετείο μόνο τα κεφάλαια της αποζημιώσεως και χρηματικής ικανοποιήσεως από απόψεως ποσοτικού προσδιορισμού τους, η επί των οποίων διάφορη κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου δεν επιδρά επί εκείνου της υπαιτιότητας και με την έννοια αυτή δεν συνέχονται αναγκαστικώς μετ' αυτού.

(β) Κατά την άποψη των εκ των μελών της πλειοψηφούσης γνώμης Νικολάου Λεοντή, Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου και Μαρίας Χυτήρογλου, Αρεοπαγίτη, ο ερευνώμενος λόγος αναιρέσεως αξιολογείται προεχόντως ως αλυσιτελής και εντεύθεν ως απαράδεκτος. Και τούτο για τον λόγο ότι το θέμα της υπαιτιότητας καλύπτεται από το δεδικασμένο που απορρέει περί αυτής από τα μη προσβληθέντα με αναίρεση κεφάλαια της δευτεροβάθμιας αποφάσεως, που αναφέρονται στις αξιώσεις της ενάγουσας αποζημιώσεως από (ι) αδιάθετα αποθέματα εμπορευμάτων (35904,5 Ευρώ) και ιι) διαφυγόντα κέρδη (4365,00 και 1974,00 Ευρώ), οι οποίες θεμελιώνεται, κατά την ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, στην άκαιρη και καταχρηστική καταγγελία της συνδέουσας τις διαδίκους συμβάσεως, η οποία στοιχειοθετεί παράλληλα την αποδιδόμενη στην εναγόμενη άδικη και υπαίτια, από πρόθεση, με το προδιαληφθέν περιεχόμενο πράξη της εναγομένης. Και τούτο ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η αναίρεση της ενάγουσας κατά του κεφαλαίου της προσβαλλόμενης αποφάσεως που αναφέρεται στην λόγω ηθικής βλάβης αξίωση της χρηματικής ικανοποιήσεως, με άμεση δικονομική συνέπεια που απορρέουν εξ αυτής δεδικασμένο να καλύπτει και το θέμα της υπαιτιότητας.

ΙΙ. Δεκαπέντε όμως μέλη της Ολομελείας, ήτοι ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κουτρομάνος, οι Αντιπρόεδροι Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Βιολέττα κυτέα, Παναγιώτης Ρουμπής και οι Αρεοπαγίτες Χρυσόστομος Ευαγγέλου, Δημήτριος Κράνης, Αντώνιος Ζευγώλης, Εμμανουήλ Κλαδογένης, Γεώργιος Σακκάς, Ευγενία Προγάκη, Βασίλειος Πέππας, Χαράλαμπος Καλαματιανός, Ειρήνη Καλού, Χαράλαμπος Μαχαίρας και Ιωάννης Μαγγίνας, είχαν την ακόλουθη γνώμη:

Κατά το άρθρο 523 § 1 ΚΠολΔ η ασκούμενη από τον εφεσίβλητο αντέφεση επιτρέπεται μόνο ως προς τα κεφάλαια της απόφασης που προβάλλονται με την έφεση και ως προς εκείνα που αναγκαστικά συνέχονται με αυτά. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό και με το άρθρο 522 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η άσκηση της αντέφεσης, για να είναι παραδεκτή, πρέπει να αφορά τα κεφάλαια της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση ή τα αναγκαίως με αυτά συνεχόμενα, δηλαδή η άσκησή της πρέπει να βρίσκεται μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, αφού με την άσκησή της δεν μεταβιβάζεται στο σύνολό της η υπόθεση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αλλά μόνο κατά τα διαγραφόμενα από την έφεση όρια. Ως κεφάλαια, κατά την έννοια του άρθρου 523 § 1 ΚΠολΔ, νοούνται οι οριστικές διατάξεις της πρωτόδικης αποφάσεως για καθεμία χωριστά από τις αιτήσεις έννομης προστασίας τις οποίες έκρινε, ενώ αναγκαίως συνεχόμενα με τα κεφάλαια της απόφασης που εφεσιβλήθηκαν είναι όσα από τα λοιπά κεφάλαιά της παρουσιάζουν προς τα πρώτα στενή συνάφεια είτε διότι βρίσκονται σε σχέση προδικαστικότητας προς αυτά, δηλαδή αφορούν προκριματικά για την παραδοχή τους ζητήματα, είτε διότι έχουν ως αντικείμενο δικαιώματα που απορρέουν από την αυτή ιστορική αιτία, οπότε και δημιουργείται κίνδυνος αντίθετων ή απλώς ασύμβατων αποφάσεων, αν η κρίση περιορισθεί μόνο στα εκκληθέντα κεφάλαια και συμβεί αυτή να είναι αντίθετη προς την κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ως προς τα λοιπά απρόσβλητα κεφάλαια της απόφασής του. Υπό την έννοια αυτή, επί αγωγής αποζημιώσεως από αδικοπραξία, η τέλεση της αδικοπραξίας αποτελεί προδικαστικό ζήτημα των κατ' ιδίαν αξιώσεων προς αποζημίωση. Έτσι η υπαιτιότητα ή η συνυπαιτιότητα στην τέλεση αδικοπραξίας και οι από αυτή προερχόμενες ζημίες, καθώς και η έκταση αυτών εντάσσονται στο ίδιο ενιαίο κεφάλαιο της εκκαλούμενης απόφασης, ώστε αν ο εκκαλών προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση μόνο ως προς την υπαιτιότητα, μπορεί ο εφεσίβλητος να ασκήσει αντέφεση τόσο ως προς το κεφάλαιο της αποζημίωσης για τις υλικές ζημίες, όσο και ως προς αυτό της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, γιατί στο εκκληθέν κεφάλαιο της υπαιτιότητας περιλαμβάνεται και το κεφάλαιο της αποζημίωσης, αλλά και αντιστρόφως η προσβολή της απόφασης με έφεση μόνο ως προς την έκταση της ζημίας ή ως προς το ποσό της χρηματικής ικανοποίησης καθιστά παραδεκτή την αντέφεση που πλήττει την απόφαση ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας σε σχέση βέβαια με τα πληττόμενα με την έφεση κονδύλια, γιατί στο εκκληθέν κεφάλαιο της αποζημίωσης περιλαμβάνεται και η υπαιτιότητα, η οποία αποτελεί προδικαστικό ζήτημα (προϋπόθεση) της αξιώσεως αποζημιώσεως για υλικές ζημίες ή της αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Επομένως, κατά την άποψη της μειοψηφίας, το Εφετείο που απέρριψε την αντέφεση ως απαράδεκτη κατά το μέρος που πλήττει την πρωτόδικη απόφαση μόνο ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας σε σχέση με το προσβληθέν με την έφεση κονδύλιο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, παρά το νόμο κήρυξε απαράδεκτο. Άρα υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 14 Κ.Πολ.Δ. και ο σχετικός πρώτος λόγος της αναιρέσεως κατά το τρίτο μέρος του έπρεπε να γίνει δεκτός. Σε συνέπεια με τις νομικές παραδοχές της πλειοψηφούσης γνώμης και την αρνητική αξιολόγηση του παραπεμφθέντος στην Πλήρη Ολομέλεια μοναδικού λόγου από το άρθρο 559 αρ. 14 Κ.Πολ.Δ., πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση αναιρέσεως. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ αυτών στο σύνολό τους, επειδή κρίνεται ότι είναι ιδιαίτερα δυσχερής η ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 523 § 1 Κ.Πολ.Δ., που εφάρμοσε η προσβαλλόμενη απόφαση (Κ.Πολ.Δ. 183, 179).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την 511/8-5-2012 αίτηση για αναίρεση της 4985/2011 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Και

Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου 2015.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 10 Σεπτεμβρίου 2015.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


Πρόεδρος: Αθανάσιος Κουτρομάνος, Πρόεδρος ΑΠ

Δικηγόροι: Κωνσταντίνος Καραγκούνης, Γεώργιος Σάμπαλος

Εισηγητές: Εισηγητής: Γεώργιος Σακκάς Εισαγγελέας ΑΠ: Ευτέρπη Κουτζαμάνη

Λήμματα: Αγωγή αποζημίωσης από αδικοπραξία λόγω καταχρηστικής καταγγελίας σύμβασης ,Ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος ,Εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ,Αντέφεση ,Υπαιτιότητα

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ: ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ 2016, 282 (μεταξύ πολλών). 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου