Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Ο Άρειος Πάγος ελέγχει το εύλογο της χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης και της ψυχικής οδύνης

Ορισμένες αποφάσεις αποτελούν κατώφλια που διαμορφώνουν τη νομική σκέψη σε ante και post quem. Τέτοια είναι η  ΑΠ (Πλ.Ολομ.) 09/2015 που πρόσφατα, δημοσιεύθηκε.

Αφορμή υπήρξε το ποσό χρηματικής ικανοποίησης που επιδικάστηκε σε εντολέα μου, ανώνυμη εταιρία, για την ηθική βλάβη που υπέστη εκ της καταγγελίας συμβάσεως εμπορικής διανομής.

Μέχρι την απόφαση αυτή, ο Άρειος Πάγος δεν δεχόταν να ελέγξει εάν τα ποσά που επιδικάζονται από τα Πρωτοδικεία και Εφετεία ως χρηματική ικανοποίηση της θιγείσας υγείας, τιμής, υπόληψης, επιχειρηματικής εικόνας κλπ., ήταν πράγματι εύλογα προς τις περιστάσεις της κάθε διαφοράς. Θεωρούσε ότι ο προσδιορισμός του ευλόγου ποσού αποτελούσε κρίση περί τα πράγματα, η οποία δεν ελέγχεται αναιρετικά ούτε σε περίπτωση παράβασης της αρχής της αναλογικότητας, για την οποία δεχόταν ότι δεν απευθύνεται στον δικαστή αλλά στον νομοθέτη, από τον οποίο και έχει ληφθεί υπόψη κατά την θέσπιση του σχετικού με την χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, κανόνα δικαίου, αρθ. 932 ΑΚ - Ολ.ΑΠ 6/2009.

Η Πλήρης Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με την υπ’ αριθ. 9/2015 απόφασή της, δέχθηκε για πρώτη φορά στην ελληνική νομολογία, ότι επιτρέπεται αναιρετικός έλεγχος των ποσών που επιδικάζονται από τα δικαστήρια της ουσίας ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, για παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας. Ειδικότερα, δέχθηκε ότι η αρχή της αναλογικότητας όπως έχει κατοχυρωθεί στο αρθ. 25 παρ.1 του Συντάγματος, απευθύνεται ευθέως και στον δικαστή, ο οποίος κατά την ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων δικαίου που διέπουν τις σχέσεις των διαδίκων, οφείλει να λαμβάνει υπόψη του την αρχή της αναλογικότητας και να μην υπερβαίνει τα άκρα όρια της διακριτικής του ευχέρειας.

Η ιστορική αυτή απόφαση της πλήρους ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ανοίγει νέους δρόμους στο δικαστικό χειρισμό αξιώσεων χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης και της ψυχικής οδύνης (σε εμπορικές διαφορές, προσβολές προσωπικότητας, βλάβες της υγειας, τροχαία, εργατικά ατυχήματα κλπ).  Δεν περιμένουμε ότι ο Άρειος Πάγος θα πλημμυρίσει από σχετικές αιτήσεις αναιρέσεως αλλά  από τώρα και στο εξής, οι παθόντες στους οποίους επιδικάστηκε ένα ευτελές ποσό όπως και οι υπόχρεοι να καταβάλουν κάποιο υπέρογκο ποσό για την χρηματική ικανοποίηση των θιγέντων, θα έχουν στο νομικό οπλοστάσιό τους, ένα ισχυρότατο όπλο. Τέλος εκφράζουμε την πεποίθηση ότι η σχολιαζόμενη απόφαση της πλήρους Ολομέλειας αποτελεί αφορμή και υπόδειξη θεώρησης του τρόπου απονομής της δικαιοσύνης με έναν λιγότερο φορμαλιστικό, περισσότερο ουσιαστικό και πάντως ποιοτικά διαφορετικό από τον μέχρι σήμερα, τρόπο, 
κι αυτή, κατά τη γνώμη μας, είναι η πιο σημαντική συμβολή της.

Σημειωτέον ότι  η ιστορική αυτή, στροφή της νομολογίας του Αρείου Πάγου, δεν συνδυάστηκε με αύξηση του επιδικασθέντος ποσού χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης στην υπό κρίση περίπτωση. Ας είναι. Δεν μπορούμε να απαιτούμε τα πάντα από τους πρωτοπόρους όπως η απόφαση αυτή!


09/10/2015, Γεώργιος Σάμπαλος, δικηγόρος (ΑΠ), LLM (Edin.), διαμεσολαβητής επίλυσης διαφορών και εκπαιδευτής διαμεσολαβητών (CEDR)


Ακολουθεί το κείμενο της ΑΠ (πλ.Ολομ.) 9/2015


Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

Ένα δημοψήφισμα fast and furious


Σχετικά με τη συνταγματικότητα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015

Με αυτές τις γραμμές θέλουμε να εκφράσουμε συνοπτικά τη νομική γνώμη μας επί του προκηρυχθέντος για την 5η Ιουλίου 2015, δημοψηφίσματος και αυτό θα κάνουμε, αποφεύγοντας κατά το δυνατόν, την πολιτική αξιολόγηση.

Βέβαια, η προκήρυξη δημοψηφίσματος αποτελεί πράξη πολιτειακή και ως εκ τούτου, βαθύτατα πολιτική για την οποία έχουμε γνώση και άποψη. 

Ελπίζουμε το κείμενο αυτό να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις που δεχθήκαμε και να συμβάλλει στην εξαγωγή συμπερασμάτων. 
  1. Σύμφωνα με τη μορφή και λειτουργία του πολιτεύματος της Ελλάδας, η λαϊκή κυριαρχία εκδηλώνεται κατ’ αρχήν μέσω των εκλογών. Με τις εκλογές, ο λαός έχει τη δυνατότητα επιλογής των κοινοβουλευτικών αντιπροσώπων του, οι οποίοι ασκούν τη νομοθετική λειτουργία και στηρίζουν (ή δεν στηρίζουν) με την εμπιστοσύνη τους, την εκτελεστική λειτουργία (κυβέρνηση), στο πλαίσιο του Συντάγματος, των Ευρωπαϊκών και διεθνών Συνθηκών, του νόμου και του γενικού συμφέροντος του ελληνικού λαού. 
  2. Σε κάποια σπουδαία κατά το Σύνταγμα, ζητήματα, το ως άνω σύστημα της αντιπροσωπευτικής (έμμεσης) δημοκρατίας όπως εν τάχει το περιγράψαμε, ενδέχεται να χρειάζεται τη σαφή και οριστική απόφαση του λαού χωρίς τη μεσολάβηση των αντιπροσώπων του, ώστε η ζητούμενη λύση να προκύψει απευθείας από το λαό (άμεση δημοκρατία). Το μέσο προς τούτο, σύμφωνα με το Σύνταγμα, είναι το δημοψήφισμα.
  3. Στο αρθ. 44§2 το Σύνταγμα προβλέπει δύο περιπτώσεις δημοψηφίσματος: (α) για κρίσιμο εθνικό θέμα και (β) για σοβαρό κοινωνικό ζήτημα εκτός από τα δημοσιονομικά. Κρίσιμο εθνικό θέμα κατά την έννοια της περίπτωσης του αρθ. 44§2(α) του Συντάγματος, αποτελεί η μορφή του πολιτεύματος, η προσχώρηση σε κάποιον διεθνή οργανισμό ή η αποχώρηση από αυτόν, η εκτεταμένη αναθεώρηση του Συντάγματος και λοιπά τέτοια σημαντικά πολιτειακά ζητήματα. Σοβαρό κοινωνικό ζήτημα κατά την έννοια της περίπτωσης του αρθ. 44§2(β) θα μπορούσε να είναι η νομική μεταχείριση του γάμου, της συγγένειας, της ιθαγένειας και λοιπά τέτοια.  
  4. Η χρήση της υπέρτατης δημοκρατικής διαδικασίας του δημοψηφίσματος όπως και των λοιπών συνταγματικών διαδικασιών και δυνατοτήτων για άλλους σκοπούς (πολιτικούς, διαπραγματευτικούς κλπ), συνιστά ανεπίτρεπτη κατάχρηση του Συντάγματος και επικίνδυνη δοκιμασία για το λαό. 
  5. Εξ άλλου, ο δανεισμός της χώρας και ο τρόπος αποπληρωμής του δημόσιου χρέους, αποτελούν ζητήματα δημοσιονομικού ενδιαφέροντος (κονδύλια στον προϋπολογισμό και τον ισολογισμό του κράτους, φόροι, εισφορές κλπ). Τα ζητήματα αυτά συνιστούν σημαντικά ζητήματα προς χειρισμό, διαπραγμάτευση και ρύθμιση από την κυβερνητική εξουσία, όμως δεν αποτελούν κρίσιμα εθνικά θέματα κατά την έννοια της περιπτώσεως 44§2(α) του Συντάγματος, εφόσον δεν επηρεάζουν τη μορφή του πολιτεύματος ή τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας. Εξ άλλου, τα ζητήματα αυτά, ρητώς εξαιρούνται από την περίπτωση δημοψηφίσματος σύμφωνα με το αρθ. 44§2(β), ακριβώς επειδή κατά τον συνταγματικό νομοθέτη είναι άτοπο να ζητείται η έγκριση του λαού για τις λογιστικές εγγραφές των δημοσίων εσόδων, τους φόρους και τα χρέη που θα χρεωθεί να καταβάλει. 
  6. Το  ζήτημα του προκηρυχθέντος δημοψηφίσματος είναι οι, κατά βάση, δημοσιονομικού χαρακτήρα προτάσεις των τριών θεσμών, προκειμένου να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τη χώρα και η προκαταρκτική ανάλυση των κονδυλίων του δημοσίου χρέους σε βάθος χρόνου. Συνεπώς, η προκήρυξη δημοψηφίσματος με το περιεχόμενο και τα ερωτήματα για τα οποία προκηρύχθηκε αυτό της 05/07/2015, δεν είναι σύμφωνα προς το γράμμα, το πνεύμα και την υφή του Συντάγματος. Εκτός βέβαια και εάν στο τιθέμενο ερώτημα και την απάντηση σε αυτό, τίθεται ζήτημα μείζονος σημασίας όπως αυτό της αποδοχής ή άρνησης (ή, κατά τη σειρά του δημοψηφίσματος, άρνησης ή αποδοχής) των σχέσεων της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ένα τέτοιο ερώτημα θα μπορούσε πράγματι να είναι αντικείμενο δημοψηφίσματος σύμφωνα με το Σύνταγμα, όμως σε τέτοια περίπτωση, το ερώτημα θα έπρεπε να τίθεται σαφώς και ευθέως. 
  7. Προκειμένου να ασκηθεί αποτελεσματικά η λαϊκή κυριαρχία μέσω του δημοψηφίσματος αλλά και το δικαίωμα ψήφου των πολιτών σε αυτό (Σ. αρθ. 44§2 και 52), το ερώτημα οφείλει να είναι απλό και εύληπτο: Για να είναι το ερώτημα τέτοιο, πρέπει να διατυπώνεται απλά, σύντομα και κατά προτίμηση στο ίδιο το ψηφοδέλτιο του δημοψηφίσματος. Για παράδειγμα: Εγκρίνετε τη θέσπιση γάμου ομοφύλων; ΝΑΙ ή ΟΧΙ; Εγκρίνετε την παραμονή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση; ΝΑΙ ή ΟΧΙ; Εν προκειμένω, το τιθέμενο στο δημοψήφισμα και στο ψηφοδέλτιο αυτού ερώτημα αφορά στην έγκριση ή απόρριψη (ή, κατά τη σειρά του προκηρυχθέντος δημοψηφίσματος, την απόρριψη ή έγκριση) του σχεδίου συμφωνίας που κατέθεσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο Eurogroup της 25.06.2015, όπως αυτή περιέχεται στα κείμενα «Reforms for the completion of the Current Program and Beyond» («Μεταρρυθμίσεις για την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και πέραν αυτού») και «Preliminary Debt sustainability analysis» («Προκαταρκτική ανάλυση βιωσιμότητας χρέους»). Όμως είναι σαφές, ότι όταν το ερώτημα παραπέμπει σε άλλα κείμενα όπως τα παραπάνω, τα οποία το εκλογικό σώμα δεν έχει την ευκαιρία, το χρόνο και τη δυνατότητα να επεξεργαστεί και αντιληφθεί πλήρως, δεν εκπληρώνεται η ως άνω ουσιαστική προϋπόθεση προκήρυξης δημοψηφίσματος με απλό και εύληπτο ερώτημα σύμφωνα με το Σύνταγμα. 
  8. Για να ασκηθεί αποτελεσματικά το δικαίωμα ψήφου των πολιτών στο δημοψήφισμα και ο σκοπός του δημοψηφίσματος σύμφωνα με το Σύνταγμα, το ερώτημα οφείλει να είναι υπαρκτό και οριστικό. Δεν είναι δυνατόν το ερώτημα να είναι υποθετικό ούτε μεταβλητό ούτε κυμαινόμενο ούτε υπό αίρεση ή/και  προθεσμία. Εν προκειμένω, το κατά την προκήρυξη του δημοψηφίσματος ερώτημα, αφορά στην έγκριση ή μη μιας προτάσεως που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης την 25/06/2015. Όμως η πρόταση αυτή έχει αποσυρθεί και είχε δοθεί στο πλαίσιο προγράμματος χρηματοδότησης που έχει ήδη λήξει. Στη θέση της υπάρχουν άλλες προτάσεις και από την ελληνική κυβέρνηση και από τα λοιπά μέρη της διαπραγμάτευσης και ευχόμαστε να καταλήξουν στο καλύτερο αποτέλεσμα για τη χώρα.  Όμως, με αυτά τα δεδομένα, είναι θεσμικό άτοπο να ζητείται η έγκριση ή απόρριψη (απόρριψη ή έγκριση κατά τη σειρά του προκηρυχθέντος δημοψηφίσματος) από τον ελληνικό λαό, μίας προτάσεως η οποία δεν υφίσταται και μιας ανάλυσης χρέους η οποία δεν είναι οριστική και βέβαιη αλλά «προκαταρκτική» όπως επί λέξει περιγράφεται - εκτός πάλι και αν πίσω από το εμφανιζόμενο ερώτημα υπονοείται άλλο γενικότερο, όπως για παράδειγμα, το εάν εγκρίνουμε να παρασχεθεί χρηματοδότηση στην χώρα από τους θεσμούς ή άλλο ερώτημα, όπως ανωτέρω αναφερθήκαμε. 
  9. Προκειμένου να ασκηθεί το δικαίωμα προσφυγής σε δημοψήφισμα και η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, είναι απαραίτητο ο λαός ως φορέας άσκησής της να γνωρίζει και να αξιολογήσει τις συνέπειες της απάντησής του. Για παράδειγμα στο δημοψήφισμα του 1974, ο λαός τότε γνώριζε ότι από την απάντησή του εξαρτάται η διατήρηση ή μη της μοναρχίας. Ποιές όμως είναι οι συνέπειες των απαντήσεων στο δημοψήφισμα της 05/07/2015;
    • Γνωρίζουμε τις συνέπειες του «ΝΑΙ»:  Παραμονή στην Ευρώπη, στο Ευρώ και σε πρόγραμμα αποπληρωμής των οικονομικών υποχρεώσεων της χώρας έναντι επώδυνων μεταρρυθμίσεων και φόρων.
    • Γνωρίζουμε τις συνέπειες του «ΟΧΙ»:    Όχι, ακριβώς... Μακάρι να μην είναι οι αντίθετες των παραπάνω, τις οποίες δεν τολμούμε ούτε να τις διατυπώσουμε, καθώς από τη διακοπή / μη ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, βιώνουμε τις πρώτες εκ των συνεπειών αυτών. 
Είναι πολλά που θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε αλλά θα γινόταν κουραστικό. Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί το Σύνταγμα για πολιτικές ή διαπραγματευτικές σκοπιμότητες και δυστυχώς διαπιστώνουμε ότι αυτό συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση.
Σταματούμε εδώ και, για να ελαφρύνουμε το κλίμα, εξηγούμε τον τίτλο: Το δημοψήφισμα της 05/07/2015 είναι ένα δημοψήφισμα στα γρήγορα (fast) και στοχεύει στο λαϊκό συναίσθημα (furious). Από συνταγματική σκοπιά, ας το αφήσουμε καλύτερα ...


30/06/2015, Γεώργιος Σάμπαλος, ΕΚΠΑ, LLM (Edin), Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διαμεσολαβητής επίλυσης διαφορών - Eκπαιδευτής διαμεσολαβητών (CEDR - UK)

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Institutional Corruption: The Legislative

This comment aims to highlight certain practices that may be suspected of corruption and to raise the awareness against it.

Corruption is all these unlawful misconducts that are practiced by certain people in positions of authority, who take advantage of their office and the power entrusted to them, for the benefit of their own or of others and to the damage of the public or private interests that rely on the integrity of these officers or employees.
Corruption is criminally significant by definition. But while personal corruption of the common type in the forms of bribery, blackmail, embezzlement, conflict of interest etc. is relatively easy to come across with and to be recognized, institutional corruption is more obscure, therefore difficult to comprehend and to penalize.
The term ‘institutional corruption’ may be used in relation to either the person who performs the corruption or to the way the corruption is performed.
In respect of the person who performs the corruption, institutional corruption may be considered as corruption by officials who are entitled with institutional duties and offices - even with duties and offices that are supposed to fight corruption, such as in the judicial system and the police! Their institutional duty or office is an aggravating circumstance of personal corruption of common type and results in criminal consequences for the wrongdoers.
In respect of the ways of institutional corruption, we mean systemic impediments, hidden in the dark side of the rule of law, feeding themselves by systemic fails. This kind of corruption can be disguised and hidden behind legitimate practices; therefore it is hard to be recognized, even harder to be penalized and thus considered to be “legal corruption” [Daniel Kaufmann and Pedro C. Vicente, "Legal Corruption"]. It is obvious that “legitimate” is not necessarily “legal” or "lawful", but we will come again to this issue in a forthcoming commentary. Since we mentioned the rule of law, we consider appropriate to begin with the legislative.

Institutional corruption in Legislation

A bill can be a lifesaver for those that can benefit from it and a lethal weapon of mass destruction for others. Therefore, legislation is a power that may, intentionally or unintentionally, permit or feed corruption. The usual (but not so evident) ways may include some of the following:


- The element of time as a factor of potential legislative corruption

(a) Good timing is crucial. By choosing the ‘appropriate’ time to pass a new bill, legislators may cover up traces of corruption, surprise the opponents and control or even eliminate public reaction.

(b) Temporary legislation i.e. legislation with specific (usually short) time span that is usually dealing with urgent circumstances, may pass without scrutiny of the case regulated, gain time and create legal precedents that may favor some and abort others.

(c) Short deadlines. The law may provide for rights subjected to short deadlines. Deadlines that are hard or impossible to be met, inhibit the genuine exercise of the rights granted and should be suspected for institutional corruption.

(d) Legislation with retroactive effects that gives no time at all to plan and avoid, except if some knew beforehand that such legislation will be effected, should also be suspected of corruption.


- The content of legislation as a factor of potential legislative corruption

(a) Picturing specific individuals: Since photographic bills that are addressed to specific individuals are forbidden by most constitutions and legal systems, legislators have mastered their ways to reach similar results in a legitimate way. The usual method is by describing in detail, qualities and requirements that suit the favored who, although they are not invited by name in the bill, they know that the requirements and qualities are addressed to them by driving the competition, away.

(b) Leaving issues unregulated: Changes and newcomers may annoy status quo interests. No matter whether it is about granting a professional accreditation, regulating the use of hydroplanes in a sea country or intergalactic transactions, it is up to the legislature to determine what shall be regulated and what shall be left unregulated, even if regulation is needed. We can all think of proposals, initiatives and investments that went nowhere, because the law needed additions or amendments that did not take place.

(c) Leaving issues misregulated may favor misconducts: While writing these lines, Athens is tortured by repeated 24h strikes by the Union of the employees of the subway (Athens Metro) because of cuts in their wages. Upon legal recourse by the State, Court of Law decided that the strike is illegal and unjustified. The Union declared strike again for a different reason. A new decision came with the same verdict. The Union declared a further new strike for a further new reason! With all due respect to labor rights, we do not really know whether we should laugh or cry with the law that permits this ridiculous situation!

(d) Enacting inequalities and discriminations. The law shall treat equal situations in an equal way. This principle, despite its simplicity, may give way to misunderstandings and misuses that may feed corruption. It is up to the Courts of Law to correct inequalities of law, by applying superior laws and principles that derive from the Constitution and / or International Treaties such as the European Convention on Human Rights and the UN Declaration of Human Rights.

(e) Creating monopolies or oligopolies. It used to be one of the major manifestations of legislative corruption. The contribution of EU legislation and authorities to the avoidance of such misconducts is immense. 

(f) Creating legal loopholes by exceptions and ambiguities. Such loopholes may come in the same bill or in different ones. They may be covered up in a set of provisions that regulate other issues, either as direct additions or amendments of the law already enacted or as indirect amendments that may apply to the same law or may not. Vague and generic terms enhance ambiguities. The result, especially if combined with other misconducts, may be tricky, even for legal professionals!

(g) Using too many laws and/or too many amendments to regulate an issue. This may come in combination with the other ways, as above. The plethora of provisions that come and go, establishes legal uncertainty which prevents transparency and permits to seek and hide, for corruption.

(h) Using omnibus bills. Such bills regulate many subject matters in one bill, either in whole or in tiny parts of the subject matters. As in other cases in this list, parliamentary discussion is not enough to disclose what is newly regulated and/or amended.

(i) Extraordinary legislation such as legislation by ordinances or by acts of legislative content, which do not follow the ordinary (i.e. though the Parliaments), legislative way, may give way to corruption.

(j) Legislative authorization. It is quite common for a law to authorize the Government (usually a Minister) to deal with technical and other details of an issue. The authorization should be direct, straightforward, precise and limited by the law providing for it. A vague and wide authorization can be a backdoor left open to abuse.

(k) Absence of legal remedy: Art. 8 of the UN Declaration of Human Rights provides that “everyone has the right to an effective remedy by the competent national tribunals for acts violating the fundamental rights granted him by the constitution or by law”. Here is an eloquent example in the Greek urban planning legislation: According to the Greek Law, in cases of city expansions or new city plans, the Government (i.e. Ministry of Environment and Climate Change) is the competent authority to consider for the city environment by determining the road plans, the appropriate uses of land etc. The decisions should be driven by public interest. In case the city plan provides that a privately owned plot of land becomes public place (such as park etc), the owners do not have a legal remedy to accelerate the administrative procedure for the city plan to be effected and to claim their compensation. The owners do not lose their ownership as long as they are not fully compensated, so they bear taxation and responsibilities that follow their ownership, while they cannot enjoy their ownership since, as long as the provision of the city plan for their land is to become public place, they cannot build nor can they sell (except in a devaluated price), since no one would like to invest in such a dubious piece of property. The owners can do nothing but wait for some 5 years or more of inaction to elapse and then, claim by the administrative Courts of Law to order the Government to alter the city plan; and then they have to wait for more and may be much more ...
As long as (a) the Legislative power is exercised upon initiative by the Government and (b) the Government holds parliamentary majority and (c) the MPs depend on the political parties through which they become elected, the institutional independence of the Legislative is neither full nor substantial.

Legal and political frameworks contain defects, deficits and blank points that may feed corruption. It is upon us, to speak up and put these defects to the light and upon the Courts of Law to fix them by applying the law, if there is one ...
2013/01, George Sabalos, Esq. (Hellenic Supreme Court)/ Med. / Arb. (CEDR)



Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2012

Σχετικά με τη δήθεν αναστολή εξώσεων στις εμπορικές μισθώσεις μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2013



Πολλά δημοσιεύματα σχετικά με την, υπό δημοσίευση στο ΦΕΚ, νέα Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με πρωτοβουλία του Υπουργού Ανάπτυξης, ομιλούν περί της αναστολής των πλειστηριασμών και περί δήθεν αναστολής εξώσεων σε εμπορικές μισθώσεις έως την 31η Δεκεμβρίου του 2013. Δείτε παραδείγματα στο skai.gr: "Έως τα τέλη 2013 η αναστολή πλειστηριασμών για πρώτη κατοικία και εμπορικών μισθώσεων" , στο newpost.gr: "Αναστέλλονται και οι εξώσεις εμπορικών μισθώσεων" και αλλού.
Παρεμπιπτόντως, αποδοκιμάζουμε την εκτεταμένη χρήση ή και κατάχρηση της νομοθετικής διαδικασίας διά πράξεων νομοθετικού περιεχομένου  και αμέσως διευκρινίζουμε – υπενθυμίζουμε τα ακόλουθα:  
«Αναστολή εμπορικών εξώσεων», όπως δημοσιογραφικά παρουσιάζεται, απλά δεν υφίσταται (τουλάχιστον προς το παρόν). Εξ’ όσων μπορούμε να καταλάβουμε, επειδή όσο γράφουμε το σημείωμα αυτό, η ΠΝΠ δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η ρύθμιση που παρατείνεται για ένα ακόμη έτος, δεν έχει να κάνει με την αποβολή του μισθωτή από το μίσθιο εφόσον πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις προς τούτο, αλλά με την δυνατότητα πρόωρης καταγγελίας της μισθώσεως από πλευράς του μισθωτή και αποχώρησής του από το επαγγελματικό μίσθιο με μειωμένη αποζημίωση από το μισθωτή που αποχωρεί πρόωρα προς τον εκμισθωτή - ιδιοκτήτη (ίση προς ένα μηνιαίο μίσθωμα), σε περιπτώσεις μισθώσεων διατηρητέων κτιρίων ή προηγούμενης παραιτήσεως του μισθωτή από το δικαίωμα καταγγελίας της μισθώσεως.
Ανάλογη ρύθμιση με την παραπάνω, σύμφωνα με την οποία ο μισθωτής εμπορικής μίσθωσης μπορεί μετά την πάροδο ενός έτους από την έναρξη της μισθώσεως να την καταγγείλει και να καταβάλει ως αποζημίωση στον ιδιοκτήτη ποσό ίσο προς ένα  μηνιαίο μίσθωμα, ισχύει πλέον (ν.3853/2010) σε όλες τις εμπορικές μισθώσεις και μάλιστα, χωρίς προθεσμίες που χρήζουν νομοθετικών παρατάσεων όπως αυτή για την οποία και ο θόρυβος των τελευταίων ωρών. 
Ελπίζω μετά από αυτά, να καθίσταται σαφές ότι οι δημοσιογραφικές αναφορές περί δήθεν «αναστολής των εμπορικών εξώσεων» δεν κυριολεκτούν.

Γεώργιος Σάμπαλος, δικηγόρος στον Άρειο Πάγο και διαμεσολαβητής επίλυσης διαφορών (CEDR)  

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

Μήπως τελικά, δεν χρειαζόμαστε τη δόση αλλά τη συνέπεια;

Για ακόμα μία φορά, η εξάρτηση της Ελλάδας από την οικονομική βοήθεια και η  σχετική δόση είναι κυρίαρχο θέμα στα ΜΜΕ και σημαντικό ζήτημα στις συζητήσεις των πολιτών. 

Κανείς στη χώρα δεν αισθάνεται άνετα με τη χώρα ευρισκόμενη υπό διαρκή επιτήρηση. Εξάλλου, είναι δυσάρεστο να ζούμε υπό απειλή και να αποφασίζουμε υπό πίεση - αν και φαίνεται ότι αρχίσαμε να το συνηθίζουμε. Αλλά δεν πρέπει και να αιθεροβατούμε.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι χωρίς τις εκάστοτε δόσεις, η χώρα δήθεν απειλείται με άμεση κατάρρευση και αναφέρουν εφιαλτικά σενάρια, τα οποία έχουν ακουστεί και αναλυθεί αρκετά. Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι δήθεν, η χώρα δεν χρειάζεται τις σχετικές δόσεις, ότι μπορεί μόνη της να ανταπεξέλθει των υποχρεώσεών της ή ότι αρνούμενη τη συνδρομή των δανειστών της, θα μπορούσε να πιέσει προς κάποιες κατευθύνσεις οριστικής επίλυσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο (το τελευταίο αυτό πρωτοδιάβασα στο protagon.gr από τον Ι. Βαρουφάκη αρχές του καλοκαιριού και στο πρόσφατό του “Αναμένοντας τη δόση”, 23/10/2012, επίσης στο protagon.gr). Κατά την άποψη μου, όλες οι παραπάνω τοποθετήσεις απευθύνονται κυρίως στο συναίσθημα αλλά παραβλέπουν ένα σημαντικό μέρος από την ουσία. Ας μου επιτραπεί να εξηγήσω γιατί:
  1. Ελάχιστοι μπορούν να γνωρίζουν τα εκάστοτε ταμειακά διαθέσιμα του κράτους και είναι σωστό και αναγκαίο, αυτά να μένουν μυστικά, καθώς η διαρροή μίας τέτοιας πληροφορίας στις αγορές και σε όποιους τυχόν επιβουλεύονται την χώρα, θα είχε δυσμενέστατες συνέπειες, τις οποίες ο καθένας μπορεί να φανταστεί. Δεν μπαίνω στη λογική του ποιος ξέρει καλύτερα, ο Πρωθυπουργός, ο Υπουργός των οικονομικών, ο διεθνής επενδυτικός οίκος κλπ. Αφού μέχρι τώρα «πετύχαμε» να πείσουμε όλους και τους ίδιους τους εαυτούς μας ότι η χώρα χρειάζεται οικονομική βοήθεια και δεν έχει συμβεί μέχρι στιγμής το θαύμα που προσδοκούμε, αυτοί είναι αρκετοί λόγοι για να επιδιώκουμε να λαμβάνουμε τις σχετικές δόσεις που έχουν εγκριθεί, ακόμη και αν δεν τις χρειαζόμαστε (άμεσα ή οποτεδήποτε) ή διαφορετικά ζούμε στο θέατρο του παραλόγου!
  2. Το Ελληνικό Δημόσιο συναλλάσσεται, δανείζεται, προμηθεύεται προϊόντα, έργα και υπηρεσίες, μισθώνει κινητά και ακίνητα και παραμένει ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας, συνεπώς οφείλει να εκπληρώνει τις συμβατικές υποχρεώσεις του, όπως κάθε συναλλασσόμενος. Όμως, το Δημόσιο δεν είναι “απλός” συναλλασσόμενος ούτε οφείλει να είναι “απλά” συνεπές στις υποχρεώσεις του. Η σπουδαιότερη δύναμη του Δημοσίου είναι να διαμορφώνει τάσεις και να θέτει πλαίσια, με νόμους, πρακτικές και συναλλακτικά πρότυπα: "Μαρτυρεί δε και το γινόμενον εν ταις πόλεσιν. Οι γαρ νομοθέται τους πολίτας εθίζοντες ποιούσιν αγαθούς"ριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β1, 5). Για το λόγο αυτό, το Δημόσιο οφείλει αυξημένη και ιδιαίτερη συνέπεια στις συναλλαγές του, με την οποία θα παραδειγματίζει και διαπαιδαγωγεί τους πολίτες, ώστε μετέπειτα, να δικαιούται, με τη σειρά του, να απαιτεί από αυτούς τα ίδια ή αντίστοιχα και, συν τω χρόνω, η συνέπεια να μην αποτελεί στάση ορισμένων αλλά κατάσταση. Ποιος διαχειριστής θα τολμούσε να παίξει με την ήδη υπό αμφισβήτηση, συνέπεια του Δημοσίου και τί αποτέλεσμα θα είχε αυτό στις συναλλαγές προς τα έξω / έσω και μεταξύ των πολιτών; ας σκεφτεί ο καθένας την απάντηση.
  3. Ως πλήρες και ισότιμο μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, η χώρα, στο μέτρο που της αναλογεί, συν-ωφελείται αλλά και συν-ευθύνεται για την γνήσια Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση προς την οποία, με αργά ομολογουμένως βήματα, πορεύεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποιος διαχειριστής θα μπορούσε να αψηφήσει τις συνέπειες της όποιας ελληνικής στάσης ή απόφασης, στις λοιπές χώρες της ΕΕ και ιδιαιτέρως στις συμπάσχουσες και αλληλέγγυες χώρες του ευρωπαϊκού νότου; Για άλλη μία φορά, ας σκεφτεί ο καθένας την απάντηση.
  4. Στρατηγικοί στόχοι είναι (ή υποτίθεται ότι είναι) η ανάπτυξη και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες για το αν αυτές μπορούν να προκύψουν με την επιβαλλόμενη μεθοδολογία, όμως υπάρχουν δύο τουλάχιστον σημεία, με τα οποία θεωρώ ότι συμφωνούν οι περισσότεροι: (α) Προαπαιτούμενα της ανάπτυξης (και ανταγωνιστικότητας) είναι η επίτευξη και διατήρηση οικονομικής και δικαιικής σταθερότητας και ασφάλειας. (β) Είναι καλύτερα να αναπτυχθούμε από το όποιο σημείο βρισκόμαστε, παρά από το μηδέν - αν και, βέβαια, κάθε κίνηση από το μηδέν θα θεωρείται ανάπτυξη.
  5. Δεν συμμερίζομαι την άποψη να δίδουμε γη και ύδωρ προκειμένου να εκταμιεύεται η εκάστοτε δόση. Ούτε ότι πρέπει να συντηρούμε το καθεστώς οικονομικής εξάρτησης και επιτήρησης στο οποίο βρισκόμαστε. Αντίθετα, πιστεύω ότι, με την έμπρακτη συμμετοχή κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδας, η χώρα θα μπορούσε, ακόμη και αυτή την ώρα, να εξέλθει οριστικά της κρίσεως, δια της πληρωμής των οφειλών της. Όμως, η χώρα δεν είναι καιροσκοπική επιχείρηση που μπορεί να παίρνει επιχειρηματικά ρίσκα και γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, επί του παρόντος και μέχρι να γυρίσει το εκκρεμές σε ευρωπαϊκό επίπεδο ή να επιφωτιστούμε σε εθνικό επίπεδο, η χώρα χρειάζεται να λαμβάνει τις δόσεις, έστω και αν δεν τις έχει άμεση ανάγκη, έστω και αν δεν τις χρησιμοποιεί, έστω και αν πιέζεται προς τούτο, επειδή οφείλει να ενισχύει τη συλλογική συνέπεια και να εγγυάται τη συλλογική ασφάλεια για την ίδια και για την Ευρώπη.                
26/10/2012, Γεώργιος Σάμπαλος, δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, διαμεσολαβητής επίλυσης διαφορών (CEDR)

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Lost in the EU?

EC’s single market developed silently and gradually, to an institutional framework, broader than what may have been originally planned. 

The evolution to a “Union” was eagerly anticipated and much celebrated by (most of) the Member States, as was the introduction of the single currency.
EU FLAG
After a decade of using the EURO currency, it may seem that the European Union has not been fully mature for it. Even if this is true, it is perfectly fine; Sometimes, one needs to take the plunge and this is what Europe did. Regulatory framework may come beforehand but, it is most certain that, additional regulation and corrections shall follow, according to the needs and implications of the subject matter, after testing in real life.

The President of the European Council in his interim report, “TOWARDS A GENUINE ECONOMIC AND MONETARY UNION”, Brussels, 12 October 2012, honestly admitted that, after the introduction of the single currency, the economic and monetary Union may have deepened but remains “not genuine”.

In the context of an Economic and Monetary Union with a single currency, we need at last, to speak in European Union's terms: EU GDP, EU Gross Income, EU Current Account Balance, EU Deficit or Surplus, EU Capital Market, EU Financing, EU growth and EU competitiveness …

A few years ago, the financial crisis was masterly transferred from the U.S. to the EU. Crisis is welcome since, as Jean Monet put it, "Europe will be forged in crises and will be the sum of the solutions adopted for those crises"
Therefore it is time for the EU to show (once more) that is capable of using the crisis as a motive to produce fast and effective solutions.
In my view, such solutions will not come from each Member State alone; they will not come from non - EU institutions either. Solutions will come from powerful, central EU governance and from waiving the reluctance of Member States to strengthening through genuine integration.


19/10/2012, George Sabalos, Barrister at the Hellenic Supreme Court, Med. / Arb. (CEDR)